τυραννόφρονας

τυραννόφρονας
ο
που έχει τυραννικά φρονήματα, οπαδός των τυράννων, οπαδός του τυραννικού πολιτεύματος.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”